Η εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF) είναι το βασικό εργαλείο απόκτησης παιδιών με μη φυσικό τρόπο από το 1977 μέχρι σήμερα με πολύ καλά αποτελέσματα. Η τεχνική εξωσωματικής ωρίμανσης (IVM) είναι μια παραλλαγή της, με μικρότερο κόστος και λιγότερο επεμβατική για τη γυναίκα.
Στη τεχνική IVF χορηγούνται ορμόνες στις γυναίκες, οι οποίες σχετίζονται με την ανάπτυξη και την ωρίμανση του ωαρίου, με στόχο να αναπτυχθούν πολλά ωράρια, ακολούθως αφαιρούνται για να γίνει η γονιμοποίηση στο εργαστήριο. Το ποσοστό της επιτυχίας είναι γύρω στο 40%.
Στην τεχνική IVM τα ωάρια αφαιρούνται σε σχετικά πρώιμο στάδιο με ελάχιστη χορήγηση ορμονών. Κατόπιν μεταφέρονται στο εργαστήριο όπου και συνεχίζεται η ωρίμανση και ακολουθεί η γονιμοποίηση. Αυτή η τεχνική έχει χαμηλότερο κόστος από την IVF, ενώ μειώνεται ο όποιος παράγοντας ρίσκου υπάρχει στη χορήγηση ορμονών, αλλά το ποσοστό επιτυχίας ήταν μέχρι σήμερα χαμηλό, γύρω στο 32%.
Μια ομάδα ερευνητών από την Αυστραλία βελτίωσε αυτή την τεχνική με την προσθήκη δυο συγκεκριμένων στοιχείων στα ωάρια, Cumulin και cAMP-Modulators, τα οποία σχετίζονται με την ανάπτυξη των ωαρίων και την αντοχή τους σε διάφορες επιβαρυντικές καταστάσεις.
Το ποσοστό των πετυχημένων γονιμοποιήσεων με την βελτιωμένη τεχνική IVM ανέβηκε στο 50%, φτάνοντας και ξεπερνώντας τα ποσοστά της IVF, με όλα τα πλεονεκτήματα που αναφέραμε.